Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2007

Ελπήνωρ

Ελπήνωρ
Τελικά για τύχη του Ελπήνορα οι απόψεις διίστανται. Άλλοι λένε πως τον καταβρόχθησαν οι χοίροι της Κίρκης, άλλοι πάλι διατείνονται πως τελεύτησε πέφτοντας από έναν βράχο. Άρα καμιά εκδοχή δεν είναι σίγουρα μονοσήμαντη. Το βέβαιο είναι πως με τα χρόνια ο Ελπήνωρ μεταμορφώθηκε σε βιβλιοπωλείο. Ναι, σε βιβλιοπωλείο, κάπου στο Κέντρο, όπου αυτός σύχναζε τα τελευταία είκοσι χρόνια, σχεδόν κάθε Σάββατο και μερικές φορές και απογεύματα όταν, βολτάροντας τον σκύλο του, ο δρόμος τον έφερνε από κει. Με τα χρόνια είχε αποκτήσει μια κάποια οικειότητα με την ιδιοκτήτρια, καθόταν και χάζευε με τις ώρες τα βιβλία φυλλομετρώντας τα και η μυρωδιά του τον καταπράυνε.
Σάββατο ήταν κι ήταν στο βιβλιοπωλείο χαζεύοντας βιβλία. Η κόρη του τον πήρε στο κινητό κι από συνήθεια της απάντησε στα γαλλικά μονολεκτικά όταν η πεντάμορφη ατθίς μπήκε στο βιβλιοπωλείο. Οι ματιές τους διασταυρώθηκαν κι ένοιωσε πως επρόκειτο να ερωτευθεί την Πεντάμορφη. Την κοίταξε κι αναρρωτήθηκε αν υπάρχει μια αθάνατη ψυχή μέσα σ’ αυτό το υπέροχο σώμα ή αν η μορφή είναι απλώς ένα ζώο ή το χρώμα των λουλουδιών. Το πρασινωπό γαλάζιο χρώμα των ματιών της, στο χρώμα του πάγου, του επιβεβαίωσε την πρώτη του σκέψη. Μέσα του, αταβιστικά, ήξερε πως κι οι δυό τους θαύμαζαν χωρίς να ξέρουν πως η στιγμή εκείνη θα άλλαζε το νόημα όλης τους της ζωής, πως αυτή θα γινόταν η πατρίδα του, πως οι στιγμές της περιπλάνησης στην έρημο είχαν περάσει. Αντάλλαξαν λίγα λόγια. Μετά από 1802 μέρες και σχεδόν ισάριθμους θανάτους - ματαιώσεις, ξεγελάσματα, προσβολές, διάσταση απόψεων, ουρλιαχτά, αμφιθυμίες και άλλα δεινά - σταμάτησαν να βλέπονται. Επώδυνα. Κι έμεινε με την θλίψη του, τον σκύλο του, άλλον πια, φέροντας ως ενθύμιο της μακράς αυτής μάχης και διάφορα ψυχοσωματικής υφής συμπτώματα, που τον οδήγησαν στην ταλαιπώρια των επεμβάσεων και μιας ελαφρής χημειοθεραπείας. Αλλά, όσο υπάρχει θάνατος υπάρχει κι ελπίδα, έτσι λέγεται. Ωστόσο αυτός έτεινε να μην το πολυπιστεύει - υπάρχουν τόσα πολλά είδη θανάτου πέραν του βιολογικού. Κι αυτός είχε ζήσει κάμποσους κι ήξερε. Το πεπρωμένο, στο οποίο πίστευε τόσο βαθειά κι ακράδαντα, του είχε παίξει ένα άσχημο αστείο.

*

Πριν από πολύ καιρό, 2121 μέρες αργότερα, δηλαδή τις προάλλες, το απόγευμα του Αγίου Νικολάου, έχοντας ανάψει ένα κεράκι για τον ανιψιό του τον Νικόλα, που σκοτώθηκε 21 ετών πριν δέκα χρόνια, κατάληξε στον Ελπήνορα. Είχε ανάγκη να διαβάσει κάτι μικρό κι εύληπτο, να αλεγράρει η ψυχή του. Ταλαντευόταν ανάμεσα στα πεζά του Τσέλαν και του Σμιτ, όταν είδε να μπαίνει μια γυναίκα, σαν οπτασία, που έμοιαζε στην Πεντάμορφη, ίδιες κινήσεις, ίδιο βλέμμα. Αντάλλαξε μια ματιά μαζί της, ένοιωσε το ενδιαφέρον της. Τρόμαξε. Δεν ήθελε άλλα κακόγουστα παιγχνίδια του πεπρωμένου. Διάλεξε αποφασιστικά το βιβλίο του Σμιτ, πλήρωσε κι έφυγε σαν κυνηγημένος. Στον δρόμο, ανατρέχοντας στο παρελθόν, βεβαιώθηκε για μιαν άλλη φορά για το κρυφό πλέγμα, που αρπάζει τον κόσμο και τα γεγονότα, που τίποτε απ’ όσα συμβαίνει δεν είναι αθώο και δίχως συνέπειες. Είμαστε προϊόν των κρυφών κανόνων που ορίζουν τυχαιότητες - από την συμμετρία του σύμπαντος ως την στιγμή που περνάει κανείς την πόρτα ενός βιβλιοπωλείου. Το ίδιο βράδυ, στην περιώνυμη πολυθρόνα βυθίστηκε στην ανάγνωση. Ήταν πια η καθημερινή του συνήθεια, στο πλαίσιο της μεγάλης αναμονής, αυτό που ο Μπόρχες ονομάζει larga espera, γνωρίζοντας, μέσα του, πως η Πεντάμορφη είχε πια πετάξει σ’ άλλες αγκαλιές.
"Ξέχνα ρε Μπίλυ τη Φανή, όσο και να το θέλεις πια, δεν πρόκειται να ξαναρθεί".

6 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Αυτός ο άνθρωπος πηγαίνει κλαίγοντας
κανείς δεν ξέρει να πει γιατί
κάποτε νομίζουν πως είναι οι χαμένες αγάπες
σαν κι αυτές που μας βασανίζουνε τόσο
στην ακροθαλασσιά το καλοκαίρι με τα γραμμόφωνα.

Οι άλλοι άνθρωποι φροντίζουν τις δουλειές τους
ατέλειωτα χαρτιά παιδιά που μεγαλώνουν, γυναίκες
που γερνούνε δύσκολα
αυτός έχει δυο μάτια σαν παπαρούνες
σαν ανοιξιάτικες κομμένες παπαρούνες
και δυο βρυσούλες στις κόχες των ματιών.

Πηγαίνει μέσα στους δρόμους ποτέ δεν πλαγιάζει
δρασκελώντας μικρά τετράγωνα στη ράχη της γης
μηχανή μιας απέραντης οδύνης
που κατάντησε να μην έχει σημασία.

Άλλοι τον άκουσαν να μιλά
μοναχό καθώς περνούσε
για σπασμένους καθρέφτες πριν από χρόνια
για σπασμένες μορφές μέσα στους καθρέφτες
που δεν μπορεί να συναρμολογήσει πια κανείς.
Άλλοι τον άκουσαν να λέει για τον ύπνο
εικόνες φρίκης στο κατώφλι του ύπνου
πρόσωπα ανυπόφορα από τη στοργή.

Τον συνηθίσαμε είναι καλοβαλμένος και ήσυχος
μονάχα που πηγαίνει κλαίγοντας ολοένα
σαν τις ιτιές στην ακροποταμιά που βλέπεις απ' το τρένο
ξυπνώντας άσχημα κάποια συννεφιασμένη αυγή.

Τον συνηθίσαμε δεν αντιπροσωπεύει τίποτε
σαν όλα τα πράγματα που έχετε συνηθίσει
και σας μιλώ γι' αυτόν γιατί δε βρίσκω
τίποτε που να μην το συνηθίσατε
προσκυνώ.

habilis είπε...

Tα παντα ειναι ΚΑΙ θεμα συμπτοσεων...

Ασκαρδαμυκτί είπε...

Φίλε μου σου εύχομαι καλά Χριστούγεννα, πάντα με υγεία (το πολυτιμότερο αγαθό) κι ευτυχία!

Spitogata είπε...

Ελπήνωρ και Καζούλης μαζί!

Θερμεσίλαε πάλι χάθηκες.
Καλά Χριστούγεννα σου εύχομαι, με υγεία, αγάπη και ενδιαφέροντα κείμενα πάντα.

habilis είπε...

περασα για να στα πω, τα καλαντα .ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ.

Θερμεσιλαος είπε...

αντεύχομαι (καθυστερημένα) σ' όλους - είθε το δίσεκτο 2008 να είναι λιγώτερο επώδυνο από το 2007.